Με τον όρο “Νεοκλασικισμός ” εννοούμε το ρεύμα της τέχνης που επικράτησε από το 1750 περίπου έως τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και εξέφρασε το θεωρητικό προβληματισμό της εποχής, την επαναστατική ορμή και τα υψηλά οράματα της κοινωνίας.
Σύμφωνα με τις αρχές του Διαφωτισμού κάθε επιστημονική εξέλιξη θα έπρεπε να οδηγεί τον άνθρωπο στην αθωότητα που χαρακτήριζε τα πρωτόγονα όντα και στη δημιουργία ενός κόσμου στον οποίο θα κυβερνά ο νόμος της λογικής και της ισότητας. Τα έργα τέχνης της κλασικής αρχαιότητας, σύμφωνα με τη φιλοσοφία της εποχής, θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρότυπο αυτής της θεωρητικής σκέψης.
Η μίμηση της αρχαιότητας θα οδηγούσε έτσι στο πλησίασμα της απλότητας της φύσης, όπου κυριαρχεί το αληθινό το μέτρο και ο κανόνας με αποτέλεσμα την ηθική και πολιτική αναγέννηση της ανθρωπότητας .
Η Ελληνική τέχνη αναγνωρίζεται ως ο «ιδανικός τύπος» και μέσα από την μίμησή της ο καλλιτέχνης του Νεοκλασικισμού στοχεύσει στη μίμηση αυτού του «ιδανικού τύπου» που μπορεί να διαφυλάξει τις αισθητικές και τις ηθικές αξίες που δεν χάθηκαν με το πέρασμα του χρόνου . Το μεγαλείο της ψυχής, η ομορφιά των σωμάτων, και οι ηθικές αξίες, η πολιτική αρετή, η μελωδικότητα της γλώσσας, το κλίμα είναι τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η τελειότητα των έργων της ελληνικής τέχνης κατά τον Βίνκελμαν (J.J. Winckelmann, 1717-1768), τον κυριότερο θεωρητικό του Νεοκλασικισμού.
Τα έργα των καλλιτεχνών θα έπρεπε να διαποτίζονται από την “ευγενική απλότητα και το ήρεμο μεγαλείο” των έργων της κλασικής αρχαιότητας. H ελληνική αλλά και η ρωμαϊκή αρχαιότητα αποτέλεσαν αισθητικά αλλά και ηθικά πρότυπα, και οδήγησαν σε πολλές θεωρητικές διαμάχες, διεκδικώντας πότε η μία και πότε η άλλη τα πρωτεία της τέχνης.
( Ιστορία της Τέχνης, Γ’ Λυκείου, σ. 184)
Νεοκλασικισμός: (1760-1840) εμφανίστηκε ως αντίδραση στην αυλική ζωγραφική με τη διακοσμητική κι ελαφρά διάθεση (π.χ. Watteau, Boucher). Ήταν μια προσπάθεια να ανυψωθεί η παιδεία του κοινού και ν' αναδειχθούν αρετές, όπως της φιλοπατρίας, της ενεργού συμμετοχής στη πολιτική ζωή, η αφοσίωση στην οικογένεια κλπ. Τα έργα χαρακτηρίζονται για τη ισόρροπη και συχνά γεωμετρική δομή των θεμάτων τους, για το ευδιάκριτο και ρωμαλέο σχέδιο, για την ευδιάκριτη τομή των κάθετων και των οριζόντιων αξόνων, για την αποφυγή των βίαιων χρωματικών αντιθέσεων.
http://www.peri-grafis.com/ergo.php?id=1007
Johann Heinrich Tischbein από τοKassel( 1722-1789)
Γερμανός ζωγράφος , μέλος μιας οικογένειας καλλιτεχνών από την Έσση, στην οποία από τις αρχές του 18ου αιώνα και μέχρι τα τέλη του 19ου παράγονται 28 καλλιτέχνες και τεχνίτες, το ένα τρίτο των οποίων είναι γυναίκες, που δραστηριοποιούνταν σε όλη τη Γερμανία και αλλού στην Ευρώπη. Τα τρία πιο διάσημα μέλη της οικογένειας, είναι γνωστά ως «Der Kasseler» (Johann Heinrich Tischbein Ι), «der Leipziger» (Johann Friedrich Αύγουστος Tischbein) και «der Neapolitaner» ή «Γκαίτε Tischbein» (Johann Heinrich Wilhelm Tischbein).
Ο Johann Heinrich Tischbein (der Kasseler) μαθήτευσε κοντά στους Johann Baptist Zimmermann, Johann Georg von Freese (1701-75) και τον αδελφό του Johann Valentin Tischbein (1715 με 1768) πριν αρχίσει την μαθητεία του κοντά στον Carle Vanloo στο Παρίσι (1748) και στον Τζιοβάνι Μπατίστα στην Piazzetta Βενετία (1749). Αντέγραψε τους Βενετούς Masters και επισκέφθηκε τη Ρώμη. Επέστρεψε στη Γερμανία το 1751. Το επόμενο έτος εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Kassel ως αυλικός-ζωγράφος στην αυλή του William του VIII της Έσσης-Κάσελ.
Υπηρέτησε επίσης ως καθηγητής της Ακαδημίας στο Kassel από το 1762. Ανάμεσα στις πρώτες επιτυχίες του ήταν η Schönheitsgalerie για τον William VIII, μια συλλογή από πορτρέτα γυναικών της αριστοκρατίας ζωγραφισμένη με ένα συντηρητικό στυλ ροκοκό (1752-5) Kassel, Schloss Wilhelmshöhe). Η συμπαθής γοητεία του κοσμικού του στυλ και η τεχνική δεξιοτεχνία του σύντομα τον καθιέρωσαν ανάμεσα στους σπουδαιότερους ζωγράφους πορτρέτου, κυρίως των γυναικών, της περιόδου.
Πηγή http://www.wga.hu/html/t/tischbei/johann/index.ht